RU
Английский
Арабский
Африкаанс
Баскский
Бенгальский
Болгарский
Венгерский
Вьетнамский
Галисийский
Голландский
Греческий
Гуджарати
Датский
Иврит
Индонезийский
Исландский
Испанский
Итальянский
Каннада
Каталонский
Китайский (Традиционный)
Корейский
Латышский
Литовский
Малайский
Малаялам
Маратхи
Немецкий
Норвежский
Польский
Португальский
Румынский
Русский
Сербский
Словацкий
Тайский
Тамильский
Телугу
Турецкий
Украинский
Филиппинский
Финский
Французский
Хинди
Чешский
Шведский
Японский
Русский
▾
Английский
Арабский
Африкаанс
Баскский
Бенгальский
Болгарский
Венгерский
Вьетнамский
Галисийский
Голландский
Греческий
Гуджарати
Датский
Иврит
Индонезийский
Исландский
Испанский
Итальянский
Каннада
Каталонский
Китайский (Традиционный)
Корейский
Латышский
Литовский
Малайский
Малаялам
Маратхи
Немецкий
Норвежский
Польский
Португальский
Румынский
Русский
Сербский
Словацкий
Тайский
Тамильский
Телугу
Турецкий
Украинский
Филиппинский
Финский
Французский
Хинди
Чешский
Шведский
Японский
Домой
О KakZvuchit.ru
Контакты
Домой
>
Как звучат слова на греческом языке
>
Закон и безопасность
>
Страница 12
Произношение Слов на Греческом Языке в Категории Закон и безопасность. Страница 12
κακόβουλη φοροδιαφυγή
κακόβουλο χουλιγκανισμό
κακόβουλος εισβολέας
κάλεσε για βοήθεια
Καλεσε την αστυνομια
Καλέστε την πυροσβεστική
κάλυμμα
κάλυμμα
καλύτερο πριν από την ημερομηνία
καλύψου
καμάκι
καμβάς
καμουφλάζ
καμπάνια
κάνει δήλωση
κανόνας
κανονιοβολισμός
κανονισμοί
κανονιστικός
κάνω ακατάλληλο
κάνω αναγνώριση
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΑΝΑΦΟΡΑ
κανω ΕΓΓΡΑΦΗ
κανω ΕΓΓΡΑΦΗ
κανω ΕΓΓΡΑΦΗ
κάνω έξωση
κανω κακο
κανω μηνυση
κανω μηνυση
καουτσούκ κλαμπ
καπάκι
καπετάνιος
καπνός
καπνός
καπνός
καπνός
καραμπίνα
καραντίνα
καρατέ
καρατομώ
καρμανιόλα
κάρτα κατοίκου
κατά συνήθεια απουσία
καταγγείλει τη σύμβαση
καταγγελία
καταγγελία
καταγγελία
καταδικάζω
καταδικάζω
καταδικασμένος
καταδίκη σε θάνατο
κατάδικος
καταδιώκω
καταζητούμενος
καταθέτω
καταιγίδα
καταιγίδα
καταιγίδα δέκα πόντων
κατάκτηση
κατακτητής
κατακτώ
κατακτώ
καταλάβουν τη χώρα
καταλάβουν την εξουσία
καταλήγω
κατάλληλος
κατανοητό
καταπάτηση
καταπατούν
καταπέλτης
καταπέλτης
καταπιέζω
καταπίεση
καταργήσει τα γονικά δικαιώματα
κατάρρευση
κατάρρευση
κατασκήνωση
κατασκοπεία
κατάσκοπος
κατάσκοπος
κατάσταση
κατάσταση
κατάσταση
κατάστημα
καταστρέφω
καταστρέφω
καταστροφή
καταστροφή
καταστροφή
καταστροφή
κατάσχεση
κατάσχω
κατάσχω
καταφύγιο
previous
8
9
10
11
12
13
14
15
16
next